Προβολή του λεξικού χρησιμοποιώντας αυτό το ευρετήριο
Α |
Β |
Γ |
Δ |
Ε |
Ζ |
Η |
Θ |
Ι |
Κ |
Λ |
Μ |
Ν |
Ξ |
ΟΠ |
Ρ |
Σ |
Τ |
Υ |
Φ |
Χ |
Ψ |
Ω |
ΟΛΑΤαξινομημένα προς το παρόν Επώνυμο (αύξουσα) Ταξινόμηση κατά:
Επώνυμο 
|
Όνομα
Αμυγδαλές: Δευτερογενή λεμφικά όργανα, στα οποία πραγματοποιείται η ανοσοβιολογική απόκριση.
Περιοχές μαλακού λεμφικού ιστού, στις δυο πλευρές του φάρυγγα που βοηθούν στην οργάνωση του ανοσοβιολογικού μας συστήματος, «φιλτράροντας» οτιδήποτε περνάει από το στόμα και την μύτη.
|
|
Ανοσία: Η ικανότητα του ανθρώπινου οργανισμού να αναγνωρίζει οποιαδήποτε ξένη προς αυτόν ουσία και να αντιδρά παράγοντας εξειδικευμένα κύτταρα και κυτταρικά προϊόντα (π.χ. αντισώματα) |
|
Ανοσοβιολογική απόκριση: Η αντίδραση του ανοσοβιολογικού μας συστήματος στην είσοδο κάθε αντιγόνου. Διακρίνεται σε πρωτογενή και δευτερογενή. |
|
Ανοσοβιολογικό σύστημα: Σύστημα οργάνων υπεύθυνο για την άμυνα του οργανισμού. Το ανοσοβιολογικό σύστημα αποτελείται από πολλά διαφορετικά όργανα (πρωτογενή και δευτερογενή), ιστούς και κύτταρα. Τα πρωτογενή λεμφικά όργανα είναι ο μυελός των οστών, και ο θύμος αδένας. Σε αυτά παράγονται, διαφοροποιούνται και ωριμάζουν τα λεμφοκύτταρα. Δευτερογενή όργανα του ανοσοποιητικού συστήματος είναι οι αμυγδαλές, ο σπλήνας, οι λεμφαδένες και o λεμφικός ιστός κατά μήκος του γαστρεντερικού σωλήνα. |
|
Ανοσοσφαιρίνες ή αντισώματα: Μεγάλα πρωτεϊνικά μόρια, που παράγονται από τα Β-λεμφοκύτταρα, που τα φέρουν στην επιφάνειά τους ως υποδοχείς και τα πλασματοκύτταρα, που τα ελευθερώνουν στο αίμα και στη λέμφο. Το μόριο κάθε αντισώματος αποτελείται από 4 πολυπεπτιδικές αλυσίδες, δύο μεγάλες (βαριές) και δύο μικρές (ελαφριές), που συνδέονται μεταξύ τους με ομοιοπολικούς δεσμούς και σχηματίζουν μια δομή που μοιάζει με σφεντόνα ή το γράμμα Υ. Στο μόριο του αντισώματος διακρίνονται η σταθερή περιοχή, με αλληλουχία αμινοξέων ίδια σε όλα τα αντισώματα και η μεταβλητή περιοχή που παρουσιάζει διαφορές στην αλληλουχία των αμινοξέων της, μεταξύ των διαφορετικών αντισωμάτων. Η μεταβλητή περιοχή ανάλογα με το σχήμα της συνδέεται με ένα συγκεκριμένο αντιγόνο. Ένα αντίσωμα μπορεί να συνδέεται με περισσότερα από ένα αντιγόνα του ίδιου τύπου. Κάθε αντίσωμα συνδέεται εκλεκτικά με το συγκεκριμένο αντιγόνο που προκάλεσε την παραγωγή του. |
|
Αντιγόνα ιστοσυμβατότητας: Πρωτεΐνες της επιφάνειας των μακροφάγων, και άλλων κυττάρων του οργανισμού, χαρακτηριστικές για κάθε άτομο. Σε αυτά συνδέονται τα τμήματα του μικροβίου που φαγοκυττάρωσαν τα μακροφάγα που λειτουργούν ως αντιγονοπαρουσιαστικά κύτταρα. |
|
Αντιγόνο: Κάθε ξένη προς τον οργανισμό ουσία που προκαλεί ανοσοβιολογική απόκριση. Ως αντιγόνο μπορεί να δράσει ένας ολόκληρος μικροοργανισμός (π.χ. ιός, βακτήριο κ.ά), ένα τμήμα αυτού ή τοξικές ουσίες που παράγονται από αυτόν. Επίσης ως αντιγόνα μπορούν να δράσουν η γύρη, διάφορες φαρμακευτικές ουσίες, συστατικά τροφών, ορός από άλλα άτομα ή ζώα, ή κύτταρα (καρκινικά, μολυσμένα από ιό και μεταμοσχευμένου ιστού). |
|
Αντιγονοπαρουσιαστικά κύτταρα: Κύτταρα (μακροφάγα) τα οποία έχουν την ικανότητα να εκθέτουν στην επιφάνειά τους (συνδεδεμένα με αντιγόνα ιστοσυμβατότητας) τμήματα του αντιγόνου που κατέστρεψαν, ώστε να ενεργοποιήσουν τα βοηθητικά Τ-λεμφοκύτταρα. |
|
Β-λεμφοκύτταρα: Κατηγορία λεμφοκυττάρων. Είναι κύτταρα μικρά, σφαιρικά με σφαιρικό πυρήνα. Παράγονται, διαφοροποιούνται και ωριμάζουν στο μυελό των οστών. Συνθέτουν και παρουσιάζουν στην επιφάνειά τους ειδικές πρωτεΐνες που ονομάζονται ανοσοσφαιρίνες ή αντισώματα. Κάθε εξειδικευμένο Β-λεμφοκύτταρο διαθέτει υποδοχείς-αντισώματα που αναγνωρίζουν ένα συγκεκριμένο αντιγόνο. Η σύνδεση του συγκεκριμένου αντιγόνου με τους υποδοχείς αυτούς προκαλεί διαδοχικές διαιρέσεις των Β-λεμφοκυττάρων. Από τα κύτταρα που προκύπτουν παράγονται πλασματοκύτταρα και Β-λεμφοκύτταρα μνήμης. |
|
Β-λεμφοκύτταρα μνήμης: Κατηγορία Β-λεμφοκυττάρων, που παράγονται κατά την πρώτη επαφή του αντιγόνου με ένα Β-λεμφοκύτταρο και ενεργοποιούνται μετά από επόμενη έκθεση του οργανισμού στο ίδιο αντιγόνο. |
|