Γλωσσάρι

Σημείωση: Η παράθεση των όρων με κόκκινο, έγινε για να διευκολυνθούν οι μαθητές στην μελέτη τους.
Εντούτοις, διευκρινίζεται ότι ΔΕΝ αντιστοιχούν σε εξεταστέα ύλη



Προβολή του λεξικού χρησιμοποιώντας αυτό το ευρετήριο

Ειδικά | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο
Π | Ρ | Σ | Τ | Υ | Φ | Χ | Ψ | Ω | ΟΛΑ

Β

:
Χημικά στοιχεία με μεγάλη πυκνότητα και μεγάλο ατομικό βάρος. Τέτοια είναι ο μόλυβδος, ο υδράργυρος, ο ψευδάργυρος κ.ά. Όταν εισαχθούν στα υδάτινα οικοσυστήματα διαταράσσουν την ισορροπία τους, εγκυμονώντας κινδύνους για τη ζωή των υδρόβιων οργανισμών. Επειδή δε διαλύονται στο νερό, μπορούν να περάσουν μέσω των τροφικών αλυσίδων στους καταναλωτές με τελικό αποδέκτη τον άνθρωπο και έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία του.
:
Υγρά απόβλητα βιομηχανιών που μπορεί να περιέχουν αιωρούμενα στερεά σωματίδια από τις τσιμεντοβιομηχανίες, βαρέα μέταλλα από τις χημικές βιομηχανίες και μεταλλουργεία, οργανικά υλικά (χαρτί, λίπη, υπολείμματα τροφών, σαπούνια, διαλύτες, πετρελαιοειδή κ.ά.) από βιομηχανίες τροφίμων, φαρμακοβιομηχανίες, διυλιστήρια κ.ά.
:
Ρύποι που προέρχονται από βιομηχανικές δραστηριότητες. Χωρίζονται σε ρύπους:

α) που εκλύονται στην ατμόσφαιρα. Προέρχονται από την καύση των καυσίμων (CO2, SOX-οξείδια του θείου, αιωρούμενα στερεά σωματίδια καπνού-αιθάλης- ως προϊόντα ατελούς καύσης, CO, πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες όπως το βενζοπυρένιο) αλλά και από την ίδια την παραγωγική διαδικασία (Η2S, NH3, CI2, επικίνδυνα μέταλλα όπως ο μόλυβδος, τσιμεντόσκονη κ.ά.).

β) που απελευθερώνονται στο υδάτινο περιβάλλον (βαρέα μέταλλα- όπως υδράργυρος, μόλυβδος, κάδμιο κ.ά., φυτοφάρμακα, εντομοκτόνα-όπως το D.D.T, λιπάσματα, οξέα, αλκάλια, οργανικές ουσίες -όπως φαινόλες, P.C.B’s, πετρέλαιο και τα παράγωγά του, ραδιενεργά κατάλοιπα, ακόμα και το ζεστό νερό από τις ψυκτικές εγκαταστάσεις).

γ) που απορρίπτονται στο έδαφος όπως ραδιενεργά κατάλοιπα, βαρέα μέταλλα, πλαστικά κ.ά.
:
Το φαινόμενο κατά το οποίο τοξικές χημικές ουσίες δεν μεταβολίζονται, δεν διασπώνται, (μη βιοδιασπώμενες) ούτε αποβάλλονται από τους οργανισμούς στο σώμα των οποίων φτάνουν με την τροφή, αλλά μεταφέρονται αναλλοίωτες από το ένα τροφικό επίπεδο στο επόμενο, με αποτέλεσμα η συγκέντρωσή τους να αυξάνεται.
:
Βιομηχανική μέθοδος κατεργασίας δερμάτων (με σκοπό τη μετατροπή τους σε ένα σταθερό υλικό που δεν σήπεται- σαπίζει, φθείρεται ή μυρίζει και ικανοποιεί τις απαιτήσεις του καταναλωτή). Η κατεργασία χρησιμοποιεί τοξικές χημικές ενώσεις όπως άλατα χρωμίου που κάνουν το δέρμα μαλακό και εύπλαστο ώστε να μπορεί να βαφεί με ευρεία γκάμα χρωμάτων.