Παχύρευστη ουσία που εκκρίνεται από τους βλεννογόνους και παγιδεύει τους μικροοργανισμούς.
Λέξεις κλειδιά:
Βλεννογόνος
:
Επιθηλιακός ιστός με κύτταρα που παράγουν βλέννα και καλύπτει εξωτερικές κοιλότητες του σώματος, όπως η στοματική, η κολπική, του γαστρεντερικού σωλήνα κ. ά. Αποτελεί εξωτερικό, μη ειδικό αμυντικό μηχανισμό ενώ ταυτόχρονα λειτουργεί και σαν πύλη εισόδου παθογόνων μικροοργανισμών.
Λέξεις κλειδιά:
Βλεφαριδοφόρο επιθήλιο
:
Στοιβάδα κυττάρων στο βλεννογόνο της αναπνευστικής οδού που αποτελεί φραγμό για την είσοδο των μικροοργανισμών. Η συντονισμένη κίνηση των βλεφαρίδων του επιθηλίου απομακρύνει τους μικροοργανισμούς, που έχουν παγιδευτεί στη βλέννα, από την αναπνευστική οδό.
Σημείωση: Οι βλεφαρίδες αποτελούν προβολές του κυτταροπλάσματος των βλεννογόνων κυττάρων και όχι νεκρούς σχηματισμούς – τρίχες όπως οι βλεφαρίδες των βλεφάρων.